Ένοχος για το κακούργημα του χρηματισμού της πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς και για 33 ακόμη κατηγορίες κρίθηκε ο τέως πρόεδρος των ΗΠΑ και εκ νέου υποψήφιος για το αξίωμα Ντόναλντ Τραμπ.
Σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση ο Τραμπ προσπάθησε να εξαγοράσει τη σιωπή της Ντάνιελς, ώστε να μην μιλήσει δημόσια για τη σχέση του μαζί της.
Ο επικεφαλής των ενόρκων στη δίκη είχε σταθερό τόνο φωνής, καθώς ανακοίνωνε τις ετυμηγορίες για τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ. Και όλα αυτά την ώρα που ο Τραμπ, υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών, αναμένεται να αντιμετωπίσει ξανά, στη μάχη για τον Λευκό Οίκο, τον Δημοκρατικό νυν πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν.
Ο ίδιος αντιμετωπίζει μέγιστη ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών, αν και άλλοι καταδικασθέντες για παρόμοια αδικήματα συχνά λαμβάνουν μικρότερες ποινές, πρόστιμα ή αναστολή.
«Δεν κάναμε τίποτα λάθος. Είμαι ένας πολύ αθώος άνθρωπος», είπε ο Τραμπ μετά την αποχώρησή του από την αίθουσα του δικαστηρίου.
Ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος για την προεδρία, είπε ότι «η πραγματική ετυμηγορία θα είναι στις 5 Νοεμβρίου από τον λαό», αναφερόμενος στις εκλογές.
«Όλοι ξέρουν τι συνέβη εδώ. Είναι μια ντροπιαστική απόφαση», συμπλήρωσε και κατηγόρησε τον Μπάιντεν.
«Αυτό έγινε από την κυβέρνηση Μπάιντεν για να πληγώσει έναν αντίπαλο, έναν πολιτικό αντίπαλο». Η καταδίκη του Τραμπ, ακόμα και με φυλάκιση, σε κάθε περίπτωση δεν θα έφρασε το δρόμο του Ρεπουμπλικάνου να διεκδικήσει την προεδρία, γράφουν τα αμερικανικά μέσα.
Ο δικαστής Χουάν Μέρτσαν ορίζει μια ακρόαση για την καταδίκη για τις 11 Ιουλίου στις 10 π.μ. ET.
Καθ’ οδόν προς τις προεδρικές εκλογές του 2016, ο πρώην εξ απορρήτων και νυν μεγάλος εχθρός του Τραμπ, Μάικλ Κόεν, κατέθεσε ότι κατέβαλε το ποσό των 130.000 δολαρίων στην Ντάνιελς προκειμένου εκείνη να μην μιλήσει στα μέσα ενημέρωσης για την ερωτική επαφή που είχε με τον Τραμπ μία δεκαετία νωρίτερα.
Οι ένορκοί έφτασαν στην απόφαση της ενοχής του πρώην πρόεδρου των ΗΠΑ καθώς διαπίστωσαν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο Τραμπ παραποίησε ή προκάλεσε την παραποίηση των επιχειρηματικών αρχείων «με πρόθεση να εξαπατήσει», αλλά και ότι το έπραξε με πρόθεση να διαπράξει ή να αποκρύψει άλλο έγκλημα. Αυτό το δεύτερο στοιχείο -η πρόθεση διάπραξης ή απόκρυψης άλλου εγκλήματος- είναι που αναβαθμίζει τις κατηγορίες σε κακουργήματα. P. AYTODIOIKHSH