ΤΟ ΑΥΛΑΚΙ ΤΗΣ ΣΤΑΣΟΥ
Πηγαίνοντας για την "Παλιά" και το Γέρακα, 400 μέτρα πριν φθάσουμε στο Καστράκι και την παραλία, θα συναντήσουμε 20 μέτρα περίπου δεξιά του δρόμου, εκεί που είχε ο Γιάννης Κουλούρης το μαντρί για τα γιδόπροβατά του, το αυλάκι αυτό.
Είναι δυστυχώς το τελευταίο απομεινάρι ενός αρχαίου πέτρινου αυλακιού - ενός αρχαίου πολιτισμού - που ξεκινούσε από την Πηγή Στασού και έφθανε στο Καστράκι όπου βρισκόταν η αρχαία πόλη Επίδαυρος Λιμηρά. Το αυλάκι ήταν κατασκευασμένο από πέτρες, με άρτια οικοδομική τεχνική και με τέτοιον τρόπο, που θα ζήλευαν ακόμη και οι καλύτεροι σημερινοί πολιτικοί μηχανικοί και δε θα μπορούσαν ίσως να το καταφέρουν. Είχε μήκος περίπου 3 χλμ και παρ' όλο που δεν υπήρχε καθόλου υψωματική διαφορά με την πηγή, είχαν καταφέρει το ακατόρθωτο, δηλαδή να φέρνουν το νερό της μέσω αυτού του αυλακιού, απ' τη Στασού στο Καστράκι και να υδροδοτούν την πόλη.
Σήμερα δυστυχώς από αυτό το θαυμάσιο έργο των αρχαίων προγόνων μας, που ίσως χωρίς αυτό να μην υπήρχε η αρχαία πόλη, που το ύψος του έφθανε περίπου ένα μέτρο, το πλάτος του το μισό και το μήκος του τα τρεις χιλιάδες μέτρα, διασώζονται μόνο 30 μέτρα περίπου κι αυτό χάριν του ότι διερχόταν μέσα από πυκνή και βραχώδη δασική έκταση και όχι από χωράφια. Το μέρος εκείνο που διερχόταν μέσω χωραφιών, κυρίως από "Κουλού" έως Στασού, είναι κατεστραμμένο ολοσχερώς.
Μάλιστα ένας εκ των ιδιοκτητών των χωραφιών ( ο Γ. Γεώργας απ' την Αγγελώνα) μου είχε εκμυστηρευτεί πριν μερικά χρόνια, ότι το τελευταίο κομμάτι του αυλακιού που διασωζόταν ήταν αυτό που διερχόταν μέσα απ' το χωράφι του πατέρα του και που δυστυχώς γκρέμισαν. Αυτοί που γκρέμισαν το αυλάκι για να χρησιμοποιήσουν τις πέτρες του, προκειμένου να χτίσουν δαμάκια ή να μην έχουν προβλήματα με την αρχαιολογία (όπως νόμιζαν) φαίνεται ότι δεν είχαν διδαχτεί τίποτε από τα λόγια του "αγράμματου" σοφού Στρατηγού Μακρυγιάννη τα οποία αναφέρονται στα απομνημονεύματά του και τα μεταφέρω όπως είναι γραμμένα στο βιβλίο του: ̶ Είχαν (δυο στρατιώτες) δυο αγάλματα περίφημα, μια γυναίκα κι ένα βασιλόπουλο, ίδια, φαίνονταν οι φλέβες, τόσην εντέλειαν είχαν. Όταν χάλασαν τον Πόρο, 'τάχαν πάρει κάτι στρατιώτες, και στ' Άργος θα τα πουλούσαν των Ευρωπαίων. Χίλια τάλαρα γύρευαν... Πήρα τους στρατιώτες, τους μίλησα: «Αυτά, και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε οι ξένοι, να μην το καταδεχτείτε να βγουν από την πατρίδα μας. Γι' αυτά πολεμήσαμε.» Και οι πάμπτωχοι στρατιώτες, που δεν ήταν σύγχρονοι αρχαιοκάπηλοι, φυσικά τον άκουσαν.